Την παρακάτω ιστορία μου την αφηγήθηκε ο τροβαδούρος – παραμυθάς Λουδοβίκος των Ανωγείων σε ένα πέρασμα μου από τα μέρη του προ 5ετίας.
Γνωστός για το χιούμορ του, ο Λουδοβίκος κατάφερε να αναστατώσει τους συγχωριανούς του, αλλά την καλύτερη ατάκα την είπε, όπως θα διαβάσετε, ένας γέροντας:
Στην καρδιά του χειμώνα με τα Ανώγεια σκεπασμένα από χιόνι και με -5 βαθμούς έξω, μπαίνει ο Λουδοβίκος στο καφενείο του χωριού. Όλοι ζεσταίνονταν γύρω από την ξυλόσομπα.
Έχοντας ηχογραφήσει ο ίδιος τζιτζίκια σε οίστρο, πάει στον καφετζή και του λέει να παίξει την κασέτα.
Ξαφνικά από τα ηχεία μέσα και από τα μεγάφωνα έξω, αρχίζουν να ακούγονται τζιτζίκια – η απόλυτη αντίθεση με την παγωνιά.
Αρχίζουν ένας – ένας οι θαμώνες να κοιτιούνται και να αναρωτιούνται τι συμβαίνει.
Ένας γέροντας υπερήλικας σηκώνει το κεφάλι από τη μαγκούρα του, αναστενάζει και λέει: Ε ρε τι μας κάναν τα τσερνομπίλια! Τι άλλο θα δουμ’ ακόμη…