Σε χρόνους παλιότερους που οι άνθρωποι δεν ταξίδευαν και πολύ ένας Κρητικός πήγε στην Αθήνα για πρώτη φορά και τον πήρε ο ύπνος μέσα στο ταξί. Όταν μισοξύπνησε, περνούσε πάνω από μια γέφυρα και βλέποντας άλλα αυτοκίνητα από κάτω σκέφτηκε:
“Ωχ τα ταξί εδώ πετάνε”!
Πήγε πίσω στο χωριό και αφηγήθηκε την εμπειρία του στο καφενείο. Όλοι γέλαγαν και τον κορόιδευαν. Όμως εκείνος επέμενε. Τότε του λέει ένας συγχωριανός του:
“Εγώ, κουμπάρε, θα πάω το Σάββατο στην Αθήνα για μια δουλειά, κι αν τα ταξί πράγματι πετάνε, θα κάτσω να με δείρεις, αν δεν πετάνε όμως θα σε κάνω ασήκωτο στο ξύλο εγώ”.
“Πάει το στοίχημα”, του λέει ο άλλος με σιγουριά.
Μπαίνει στο καράβι ο δεύτερος Κρητικός και το πρωί παίρνει ένα ταξί από τον Πειραιά. Τον ρωτάει ο ταξιτζής κοιτώντας τον από τον καθρέφτη:
“Φίλε, που να σε πετάξω?”
“Οοοοφου” λέει ο Κρητικός. “Πήγαινε με στη Βουλιαγμένης”
Τον ρωτάει ο ταξιτζής ξανά:
“Σε τι ύψος;”
Και λέει ο Κρητικός:
“Κουμπάρε, το ξύλο δεν το γλιτώνω που δεν το γλιτώνω, πέτα τουλάχιστον χαμηλά, να μην σκοτωθούμε κιόλας!”