Συναντιούνται στο δρόμο 2 φίλοι οι οποίοι είχαν να μιλήσουν πολύ καιρό. Ο ένας είναι βραδύγλωσσος. Μετά τις πρώτες χαιρετούρες λέει ο ένας :
– Από δουλειά πως πας ρε φίλε;
– Α-α-α-ασε δε-δε-δε μπο-μπο-ρώ να βρώ τί-τί-τίποτα!
– Είσαι τυχερός γιατί έχω ένα φίλο που δουλεύει στον Εθνικό κήπο και ψάχνουν έναν φύλακα. Σε ενδιαφέρει;
– Φυ-φυ-φυ-σικά!
Του δίνει όλες τις πληροφορίες και τα τηλέφωνα του φίλου του και την επόμενη μέρα πάει ο βραδύγλωσσος για δουλειά. Μετά από κάνα μήνα οι 2 φίλοι ξανασυναντιούνται τυχαία στον δρόμο και μετά τις πρώτες χαιρετούρες λέει ο ένας :
– Τι έγινε με την δουλειά που σε έστειλα; Πήγες;
– Πή-πή-πήγα αλλά δε-δε-δεν τα κα-κα-κατάφερα!
– Γιατί ρε φίλε; Τόσο δύσκολη ήταν;
– Ο-ο-οχι! Α-α-αλλά πά-πα-παω την πρώ-πρώτη μέ-μέ-μερα και μου λέ-λέ-ει ο υ-υ-υπεύθυνος ό-ότι πρέ-πρέ-πρέπει το πρωί να πη-πη-πηγαίνω στο κλού-κλού-κλούβι με τις πά-πά-πάπιες και να τους λέω πα-πα-πα-πα για να βγαί-βγαί-βγαίνουν να φά-φάνε και το βρά-βράδυ να πη-πη-πηγαίνω εκεί που τρώ-τρώ-τρώνε και να τους λέω πι-πι-πι-πι για να μπαί-μπαί-μπαίνουν πά-πά-πάλι στο κλου-κλου-κλουβί τους.
– Ε! Ωραία δεν ήταν κάτι δύσκολο, του απαντάει ο φίλος του.
– Έ-έ-έτσι νό-νό-νόμιζα και εγώ!
– Γιατί τι έγινε;
– Πάω την πρώ-πρώ-πρώτη μέ-μέ-ρα στη δου-δουλειά, πά-πά-πάω στο κλου-κλουβί με τις πά-πά-πάπιες και τους κά-κά-κάνω πα-πα-πα-πα και βγαί-βγαί-βγαίνουν όλες να φά-φά-φάνε και πά-πά-πάω και το βρά-βρά-βράδυ και τους κά-κά-κά-κάνω πι-πι-πι-πι για να μπουν μέ-μέ-μέσα.
– Ε! Ωραία και;
– Μπαί-μπαίνουν όλες μέ-μέ-μέσα εκτός α-α-α-από ένα μι-μι-μικρό πα-πα-πα-παπάκι που δεν έ-έ-έ-έμπαινε με τί-τί-τίποτα και το κυ-κυ-κυνήγαγα και του-του λέω κά-κά-κάποια στι-στιγμή:
-Μπες μέ-μέ-μέσα γα-γα-γαμώ την Πά-πά-πά-πια σου και ξα-ξα-ξαναβγαίνουν όλες οι πά-πά-πάπιες έξω…!!!!
ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ