Ανέκδοτο με γειτόνισσες: Δύο γειτόνισσες συζητούν πίνοντας το πρωινό τους καφέ και λένε τα παράπονα τους για τον… καιρό
– Εγώ, λέει η μια, όποτε απλώσω τα ρούχα που πλένω βρέχει και δεν στεγνώνουν.
– Εγώ, λέει η άλλη, όταν πλένω και τα απλώνω στεγνώνουν επειδή ο καιρός είναι πάντα καλός.
– Καλά, τη ρωτά η πρώτη, πως το καταλαβαίνεις ότι ο καιρός θα είναι καλός;
– Μα είναι απλό, της απαντά η δεύτερη, τη νύχτα που πάμε για ύπνο με τον άντρα μου του πιάνω τo oργανό του και το σηκώνω πάνω. Αν πέσει αριστερά η μέρα δε θα είναι καλή και δεν πλένω. Αν πέσει δεξιά θα είναι καλός ο καιρός και βάζω πλύσιμο.
– Καλά, ρωτά η άλλη, αν μείνει στητή στη μέση τι κάνεις;
– Έλα μωρή χαζή, άμα μείνει στητή το πλύσιμο θα σκεφτώ;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Ανέκδοτο με γειτόνισσες: Το παλαμάρι του συζύγου και ο καιρός
Άλλο ένα ανεκδοτάκι;
Τα παιδιά ρωτούν τον πατέρα τους;
-Μπαμπά, θα μας πας στο τσίρκο;
Όχι, απαντά εκείνος.
Την άλλη μέρα:
-Μπαμπά, θα μας πας στο τσίρκο;
Όχι, όποιος θέλει να έρθει να σας δει εδώ!
Πως δημιουργούνται τα ανέκδοτα; Αυτές οι μικρές αυτοτελείς ιστορίες που μας κάνουν να γελάμε, τελικά είναι βγαλμένες μέσα από την ίδια τη ζωή;
Στην Ελλάδα έχουμε ανέκδοτα για Πόντιους, με τον Τοτό, με τον Μπόμπο, με ξανθιές και παντρεμένους. Συνήθως, είναι μικρά και βγάζουν πολύ γέλιο.
Κάποιοι, πραγματικά ευφυείς συνάνθρωποι μας που έχουν μεγάλη δόση χιούμορ, κατασκευάζουν ανέκδοτα μέσα από τη καθημερινότητά μας. Κάποια, είναι σόκιν, δηλαδή ανέκδοτα με ερωτικό περιεχόμενο.
Στην Ελλάδα, έχουν κυκλοφορήσει δεκάδες βιβλία με ανέκδοτα, μέχρι την έλευση του internet, που μπορεί κάποιος να βρει εκατοντάδες.
Κάθε ειδησεογραφικό portal/site, έχει μια κατηγορία με ανέκδοτα, μιας και έχει διαπιστωθεί ότι διαβάζονται από το κοινό με μεγάλη ευκολία.
Το ανέκδοτο είναι μια σύντομη, αποκαλυπτική αφήγηση ενός μεμονωμένου ατόμου ή ενός περιστατικού.
Περιστασιακά εύθυμα, τα ανέκδοτα διαφέρουν από τα αστεία, επειδή ο πρωταρχικός σκοπός τους δεν είναι απλά να προκαλέσουν γέλιο αλλά να αποκαλύψουν μια γενικότερη αλήθεια, χαρακτηρίζοντας κάποιο άτομο, αποκαλύπτοντας συγκεκριμένες ιδιορρυθμίες ή χαρακτηριστικά, πρόσωπα, τόπους ή πράγματα, μέσα από τις συγκεκριμένες λεπτομέρειες μιας σύντομης αφήγησης.
Το ανέκδοτο μπορεί να είναι αληθινό ή φανταστικό και η ανέκδοτη απόκλιση είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό των λογοτεχνικών έργων. Ακόμη και τα προφορικά ανέκδοτα περιλαμβάνουν τυπικά υπερβολική και δραματική μορφή σχεδιασμένη για να ψυχαγωγήσει τον ακροατή.
Ωστόσο, το ανέκδοτο παρουσιάζεται πάντα ως καταγραφή ενός πραγματικού περιστατικού, που αφορά σε πραγματικά πρόσωπα και συνήθως σε κάποιο αναγνωρίσιμο τόπο. Σύμφωνα με τον Γιούργκεν Χάιν (Jürgen Hein), επιδεικνύουν «έναν ιδιαίτερο ρεαλισμό» και «ιστορική διάσταση».
Η λέξη ανέκδοτο προέρχεται από τον Προκόπιο της Καισάρειας, βιογράφο του Ιουστινιανού Α΄, ο οποίος έγραψε ένα έργο με τίτλο Ἀνέκδοτα, κατά κύριο λόγο μια συλλογή μικρών συμβάντων από την ιδιωτική ζωή της βυζαντινής αυλής.
Σταδιακά, ο όρος «ανέκδοτο» άρχισε να εφαρμόζεται σε κάθε σύντομη ιστορία που χρησιμοποιήθηκε για να τονίσει ή να απεικονίσει όποιο σημείο επιθυμούσε ο συγγραφέας.
Στο πλαίσιο του χιούμορ ο όρος ανέκδοτο αναφέρεται σε κάθε σύντομη χιουμοριστική ιστορία, χωρίς την ανάγκη πραγματικής ή βιογραφικής προέλευσης.