Χριστουγεννιάτικα Ανέκδοτα για πολύ γέλιο!….
Ένας δικαστής που εκδίκαζε μια υπόθεση λίγο πριν από τις διακοπές των Χριστουγέννων, βρισκόταν σε καλή διάθεση, λόγω εορτών.
– «Γιατί βρίσκεσαι εδώ;» ρωτάει τον κατηγορούμενο. «Επειδή ψώνισα πολύ νωρίς τα Χριστουγεννιάτικα δώρα!»
Αυτό δεν είναι ποινικό αδίκημα», λέει έκπληκτος ο δικαστής, «πόσο πιο νωρίς ψωνίσατε κύριε;»
– «Λίγο πριν ανοίξει το κατάστημα…», απαντάει ο κατηγορούμενος.
…
Η δασκάλα ρωτάει τα παιδιά στην τάξη, πως φαντάζονται τον Άγιο Βασίλη.
Άλλα απαντούν πως τον φαντάζονται με έλκηθρο, άλλα χοντρό με άσπρη γενειάδα, άλλοι με ένα σάκο γεμάτο δώρα…ώσπου η δασκάλα ρώτησε τον Μπόμπο.
Ο Μπόμπος με βλοσυρό ύφος.
– Σαν κ*λο…
– Και πως έβγαλες αυτό το συμπέρασμα; ρωτάει η δασκάλα.
– Να τις προάλλες ρώτησα τον μπαμπά μου τι δώρο θα μου φέρει φέτος ο Άγιος Βασίλης και μου είπε…μια σκατούλα…
…
Πολλοί άνθρωποι ρωτάνε πώς στο καλό είμαστε σίγουροι ότι ο Αϊ Βασίλης είναι άντρας;
Είναι απλό, μια γυναίκα, ποτέ δεν θα φορούσε, γιορτινές μέρες, κάθε χρόνο τα ίδια ρούχα.
…
Μια οικογένεια κάθεται στο τραπέζι για το βραδινό φαγητό. Ο γιος ρωτά τον πατέρα του.
-Μπαμπάς, πόσα είδη από γυναικεία στήθη υπάρχουν;
Ο πατέρας, έκπληκτος, απαντά:
-Γιε μου υπάρχουν τρία είδη στήθη ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας. Στα 20 χρόνια, τα στήθη των γυναικών είναι όπως τα πεπόνια, στρογγυλά και στητά. Στα 30 και στα 40, είναι όπως τα αχλάδια, εξακολουθούν να είναι όμορφα αλλά είναι και λίγο πεσμένα. Μετά από τα 50, είναι σαν τα κρεμμύδια.
-Τα κρεμμύδια;
-Ναι, τα βλέπεις και βάζεις τα… κλάματα!
Αυτό εξαγρίωσε τη σύζυγο και την κόρη που άκουγαν. Λέει λοιπόν η κόρη στη μαμά:
-Μαμά, πόσα είδη από ανδρικά «πουλιά» υπάρχουν;
Η μητέρα, έκπληκτη, χαμογελά κοιτάζει την κόρη της και απαντά:
-Κόρη μου υπάρχουν τρία είδη «πουλιά» ανάλογα με την ηλικία του άντρα. Στα 20, το «πουλί» είναι σαν την βελανιδιά, γερό και σκληρό. Στα 30 και στα 40 του, είναι σαν την λυγαριά, εύκαμπτο αλλά αξιόπιστο. Μετά τα 50 του, είναι σαν το χριστουγεννιάτικο δέντρο.
-Σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο;
– Ναι, νεκρό από τη ρίζα και με τις μπάλες… διακοσμητικές.
…
Όταν τέσσερις από τους νάνους του Άγιου Βασίλη αρρώστησαν, οι αντικαταστάτες τους δεν έφτιαχναν παιχνίδια αρκετά γρήγορα, κι έτσι ο Άγιος Βασίλης άρχισε να αισθάνεται την πίεση της προ-εορταστικής περιόδου.
Έπειτα, η κυρία Αγιοβασίλη είπε στον Άγιο Βασίλη πως η μητέρα της επρόκειτο να τους επισκεφτεί για τις γιορτές, πράγμα που άγχωσε τον Άγιο Βασίλη ακόμα περισσότερο. Όταν πήγε να ζεύσει τα ελάφια, βρήκε ότι τρία από αυτά ήταν έτοιμα να γεννήσουν και δύο άλλα είχαν πηδήξει το φράχτη και ήταν έξω, ένας θεός ξέρει που.
Έπειτα, όταν άρχισε να φορτώνει το έλκηθρο, μία από τις σανίδες του πατώματος ράγισε, ο σάκος με τα δώρα έπεσε κάτω, και όλα τα παιχνίδια σκορπίστηκαν.
Απηυδισμένος, ο Άγιος Βασίλης πήγε μέσα στο σ,πίτι για ένα ποτήρι μηλίτη κι ένα σφηνάκι ρούμι.
Όταν όμως άνοιξε το ντουλάπι ανακάλυψε ότι οι νάνοι είχαν πιεί όλο τον μηλίτη και είχαν κρύψει το ποτό. Μέσα στον εκνευρισμό του, του έπεσε το μπουκάλι του μηλίτη και έγινε χίλια κομμάτια σε όλο το πάτωμα της κουζίνας. Πήγε να πιάσει τη σκούπα, μόνο για να συνειδητοποιήσει ότι τα ποντίκια είχαν φάει όλο το άχυρο από την άκρη του σκουπόξυλου.
Μόλις τότε χτύπησε το κουδούνι, κι ένας πολύ νευριασμένος Άγιος Βασίλης τράβηξε προς την πόρτα, την άνοιξε διάπλατα, και είδε να στέκεται μπροστά του ένα αγγελάκι με ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο.Το αγγελάκι είπε πολύ χαρούμενα: «Καλά Χριστούγεννα, Άγιε Βασίλη! Τι ωραία μέρα που είναι σήμερα! Έχω ένα πανέμορφο δέντρο για ‘σένα. Που να το βάλω»; Κι έτσι, ξεκίνησε το έθιμο με το αγγελάκι στην κορυφή του χριστουγεννιάτικου δέντρου.
…
Σε μια ταράτσα βρίσκεται ένας τύπος ο οποίος ήταν εκατομμυριούχος και φαλίρισε. Έχασε όλες τις επιχειρήσεις του και όλα του τα λεφτά.Εκεί λοιπόν που σκέφτεται να αυτοκτονήσει, ακούει κάτι βήματα πίσω του. Γυρνάει και βλέπει έναν τύπο με κόκκινη στολή και άσπρη γενειάδα.
– Ποιος είσαι; τον ρωτάει.
– Ο Αι Βασίλης του απαντάει. Εσύ ποιος είσαι;τον ρωτάει.
Του εξηγεί αυτός τι έχει συμβεί και ότι είναι έτοιμος να αυτοκτονήσει. Τον κοιτάει ο Αι Βασίλης και του λέει:
– Μη στεναχωριέσαι θα σε βοηθήσω εγώ.
– Μπορείς; ρωτάει ο άλλος.
– Φυσικά και μπορώ αφού είμαι ο άγιος Βασίλης… Αλλά και εσύ πρέπει να κάνεις κάτι για μένα…
– Τι πρέπει να κάνω;
– Να άλλαξαν οι καιροί, ακόμα και ο Αι Βασίλης έχει ανάγκες. Θέλω να μου κάνεις ένα τσιμπούκι του απαντάει.
Το σκέφτεται λίγο ο άλλος και λέει μέσα του… δε βαριέσαι, χαμένος για χαμένος, εκεί που είναι να αυτοκτονήσω ας του κάνω ένα τσιμπούκι μήπως αλλάξει η μοίρα μου..
– Δε μου λες; ρωτάει τον Αι Βασίλη, αν σου κάνω τσιμπούκι θα ξεχρεωθούν τα χρέη μου και θα έχω πάλι λεφτά;
– Ναι, του απαντάει ο Αι Βασίλης. Θα εκπληρωθούν οι επιθυμίες σου.
– Εντάξει, λέει αυτός και αρχίζει.
Μολις τελειώνει σηκώνεται και λέει στον Αι Βασίλη:
– Εντάξει τώρα είμαι πάλι πλούσιος;
– Τον κοιτάει αυτός και τον ρωτάει:
– Πόσο χρονών είσαι;
– 45 του απαντάει ο άλλος.
Του λέει λοιπόν ο Αι Βασίλης:
– 45 χρονών είσαι και ακόμα πιστεύεις στον Αι Βασίλη;
…
Υπάρχει μια φυλή Ινδιάνων που κατασκηνώνει στις μεγάλες λίμνες κοντά στα σύνορα με τον Καναδά. Την εβδομάδα των Χριστουγέννων, οι γηραιότεροι της φυλής ρώτησαν τον αρχηγό αν θα είναι κρύος ή όχι ο φετινός χειμώνας. Ο αρχηγός πήγε και ρώτησε το μάγο της φυλής, αλλά αυτός ήταν τύφλα στο μεθύσι και ήταν αδύνατον να συνεννοηθεί μαζί του. Το παίρνει λοιπόν απόφαση και πηγαίνει στην γειτονική πόλη και από τον τηλεφωνικό θάλαμο καλεί τη Μετεωρολογική Υπηρεσία και ρωτάει πώς θα είναι ο καιρός το χειμώνα.
Πολύ κρύος, του απαντά η Μετεωρολογική Υπηρεσία. Επιστρέφει λοιπόν στον καταυλισμό και διατάζει τους άντρες του να συλλέξουν όσο περισσότερα ξύλα μπορούν. Δεν έκανε όμως και τόσο κρύο, περιμένει να περάσουν 10 μέρες και ξαναπηγαίνει στην πόλη για να τηλεφωνήσει στη Μετεωρολογική Υπηρεσία.
Πάρα πολύ μεγάλο κρύο έρχεται, τον πληροφορούν από εκεί. Επιστρέφει στη φυλή του και τους λέει να μαζέψουν και το παραμικρό ξυλαράκι γιατί έρχεται πολύ βαρύς χειμώνας. Βαρύς χειμώνας όμως δεν ήρθε κι ένα μήνα μετά ξαναπηγαίνει στην πόλη για να τηλεφωνήσει. “Είστε ακόμα σίγουροι ότι έρχεται βαρυχειμωνιά” ρωτάει τη Μετεωρολογική Υπηρεσία. “Μα τι λέτε κύριε”, του απαντούν, “να φανταστείτε ότι οι Ινδιάνοι που κατασκηνώνουν στις μεγάλες λίμνες, κοντά στα σύνορα του Καναδά, μαζεύουν ξύλα σαν τρελοί!