– Ποιος είναι, ρωτά η γιαγιά.
– Ο χάρος.
– Και τι θες, ρωτά ο παππούς.
– Ήρθα να πάρω έναν σας.
– Πάρε εμένα, λέει ο παππούς.
– Όχι εμένα πάρε γιατί δεν μπορώ να μείνω μόνη χωρίς τον παππού.
– Καλά, συμφωνείστε και θα επανέλθω σε λίγο.
– Πάω κι εγώ στο καφενείο να το σκεφτώ και θα επιστρέψω, λέει ο παππούς.
– Ξεχνά όμως τα κλειδιά κι επιστρέφει εσπευσμένα για να τα πάρει και χτύπησε την πόρτα.
– Ποιος είναι, ρωτά η γιαγιά.
– Εγώ ο χάρος κι ήλθα να πάρω τον ένα σας, κάνει πλάκα ο παππούς.
– Α δεν είναι εδώ αυτός! Πήγαινε στο καφενείο να τον βρεις, του λέει η γιαγιά!
– Κόκαλο ο παππούς…