Ο Τάκης και η Κατίνα πετούν προς Αυστραλία για δύο εβδομάδες διακοπές για να γιορτάσουν την 40ή επέτειό τους. Ξαφνικά, ακούγεται ο κυβερνήτης από τα μεγάφωνα: «Κυρίες και κύριοι, φοβάμαι ότι έχω κάποια πολύ άσχημα νέα…
Οι μηχανές μας σταμάτησαν και θα προσπαθήσουμε να κάνουμε προσγείωση έκτακτης ανάγκης. Για καλή μας τύχη βλέπω ένα αχαρτογράφητο νησί κάτω από εμάς και μάλλον θα καταφέρουμε να προσγειωθούμε στην παραλία. Το άσχημο της υπόθεσης είναι ότι θα είναι από πολύ δύσκολο εως αδύνατον να μπορέσουν ποτέ να μας εντοπίσουν και θα πρέπει να ζήσουμε για πάντα στο νησί»
Χάρη στην ικανότητα του πληρώματος, το αεροπλάνο προσγειώνεται με ασφάλεια στο νησί. Μετά από μια ώρα, ο Τάκης γυρίζει στη γυναίκα του και την ρωτά: «Κατίνα, εξοφλήσαμε την πιστωτική κάρτα;» «Όχι, γλυκέ μου», του απαντά η Κατίνα. Ο Τάκης, που είναι ακόμη ταραγμένος από την προσγείωση, ρωτά στη συνέχεια: «Κατίνα, την πληρώσαμε το δάνειο;» «Ω, όχι! Συγγνώμη. Ξέχασα να κάνω την κατάθεση», λέει η Κατίνα «Να σε ρωτήσω και κάτι τελευταίο ρε Κατίνα. Μήπως θυμάσαι αν εξόφλησες την άλλη πιστωτική αυτό το μήνα;» «Συχώρα με Τάκη», λέει η Κατίνα κλαίγοντας, «αλλά ούτε αυτή πρόφτασα να ξοφλήσω».
Ο Τάκης την αρπάζει και της δίνει το μεγαλύτερο φιλί εδώ και 40 χρόνια. Η Κατίνα, τραβιέται και τον ρωτά με απορία, «Τι ήταν αυτό;»
Και ο Τάκης απαντά: Σωθήκαμε. Θα μας βρούνε !