Σε ένα μικρό χωριό ο παπάς που εξομολογεί τις γυναίκες υποψιάζεται ότι ο καντηλανάφτης ,που είναι και μεγάλος κουτσομπόλης, υποκλέπτει τις… εξομολογήσεις. Αποφασίζει να μαζέψει όλες τις γυναίκες του χωριού και τους λέει:
– Ακούστε γυναίκες επειδή υποψιάζομαι ότι κάποιος με παρακολουθεί τη ώρα που σας εξομολογώ θα σας δώσω την παρακάτω συμβουλή : Όταν εξομολογείστε το αμάρτημα της μοιχείας δε θα λέτε «κεράτωσα τον άντρα μου» αλλά θα λέτε «γλίστρησα».
Μετά από κάποια χρόνια και ενώ το τέχνασμα αυτό απέδιδε στην εντέλεια , ο παπάς αποφασίζει να αποσυρθεί και να εγκαταλείψει το χωριό. Ενημερώνει τον πρόεδρο του χωριού για τη σημασία της λέξης «γλίστρημα» στη εξομολόγηση και φεύγει.
Όταν έρχεται ο νέος ιερέας να αναλάβει καθήκοντα ο πρόεδρος από αμέλεια δεν του υπενθυμίζει τη συνθηματική λέξη.
Έτσι όταν ακούει τις γυναίκες του χωριού να «γλιστράνε» τους δίνει συμβουλές όπως «μη φοράτε ψηλά τακούνια» ή «να αποφεύγετε το περπάτημα μετά τη βροχή» κλπ.
Υποψιάζεται όμως ότι κάτι τρέχει και τρέχει να πει τα συμπεράσματά του στον πρόεδρο.
-Πρόεδρε, του λέει ,πρέπει να βελτιώσεις τα καλντερίμια του χωριού .Όλες οι πιστές μου παραπονιούνται ότι γλιστρούν συνέχεια.
Ο πρόεδρος καταλαβαίνει την παρεξήγηση που έχει δημιουργηθεί και βάζει τα γέλια.
-Πρόεδρε μη γελάς, του λέει ο παπάς, μη γελάς καθόλου. Το ξέρεις ότι η γυναίκα σου μόνο την περασμένη εβδομάδα γλίστρησε τρεις φορές;!