Παραμονές Χριστουγέννων, χτυπάει ο σκουπιδιάρης την πόρτα και του ανοίγει η κυρία. Αυτός της δείχνει τη κάρτα του κι αναμένει το καθιερωμένο ετήσιο φιλοδώρημα.
-Είστε μήπως ο οδηγός; τον ρώτησε η γυναίκα.
-Όχι! της απάντησε.
Αμέσως η κυρία τον οδήγησε στο υπνοδωμάτιο όπου και τον «περιποιήθηκε» ανάλογα.. Ο τύπος μετά από αυτό έφυγε ευχαριστημένος αν και χωρίς λεφτά…
Την επομένη ήρθε ο συνάδελφος του πάλι για το φιλοδώρημα…Τον ρώτησε κι αυτόν αν ήτανε ο οδηγός και πάλι αυτός της απάντησε όχι και πάλι τον οδήγησε στο υπνοδωμάτιο και τον «φιλοδώρησε» με τον ίδιο τρόπο.
Τη τρίτη ημέρα πήγε ο οδηγός για φιλοδώρημα. Όταν του άνοιξε τη πόρτα η κυρία της έδειξε τη κάρτα του και της είπε:
-Εγώ είμαι ο οδηγός…Ξέρετε…Συνάδελφος των άλλων δύο…
-Περίμενε δυο λεπτά του λέει η κυρία κι αφού ανοίγει τη τσάντα της παίρνει από το πορτοφόλι της ένα πενηντάευρω και του το δίνει.
-Μα…. λέει έκπληκτος εκείνος. Ε όχι γιατί; Τους άλλους τους οδήγησες στο υπνοδωμάτιο σου…Ενώ εμένα μου δίνεις μόνο ένα πεντοχίλιαρο; Δεν είναι δίκαιο αυτό! Γιατί;
Και η κυρία:
-Α!!!!! Εγώ δε φταίω σε τίποτα. Κάνω ακριβώς ότι μου είπε ο άντρας μου. Μου είπε «Όταν έρθουν οι σκουπιδιάρηδες θα δώσεις μόνο στον οδηγό πέντε χιλιάδες. Αν έρθουν κι άλλοι εκτός από αυτόν, γα…α τους…