Ένας Εβραίος, ένας Ινδουιστής και ένας δικηγόρος οδηγούσαν αργά το βράδυ στην επαρχία όταν ξαφνικά το αυτοκίνητό τους έσβησε και έμειναν εκεί, μέσα στο σκοτάδι.
Προσπαθώντας να βρούν κάποιον να τους βοηθήσει, βρήκαν μια φάρμα. Χτύπησαν την πόρτα και ένας αγρότης τους άνοιξε την πόρτα. Προσφέρθηκε να τους φιλοξενήσει, αλλά τους είπε ότι είχε μόνο δυό κρεβάτια ελεύθερα και ότι ο ένας από τους τρεις έπρεπε να κοιμηθεί στον αχυρώνα με τα ζώα. Και οι τρεις συμφώνησαν γρήγορα μια και ήταν πολύ κουρασμένοι για να αρνηθούν.
Ο Εβραίος είπε ότι θα κοιμόταν εκείνος στον αχυρώνα και άφησε τους άλλους δύο να κοιμηθούν στα κρεβάτια. Δέκα λεπτά αργότερα, ακούστηκε χτύπος στην πόρτα του δωματίου και μπαίνει ο Εβραίος λέγοντας:
Δεν μπορώ να κοιμηθώ στον αχυρώνα. Υπάρχει ένα γουρούνι εκεί μέσα. Είναι αντίθετα στην θρησκεία μου να βρίσκομαι με ένα γουρούνι στον ίδιο χώρο.
Ο Ινδουιστής είπε ότι θα κοιμόταν εκείνος στον αχυρώνα και έφυγε από το δωμάτιο. Ωστόσο, μερικά λεπτά αργότερα, γύρισε και είπε:
– Υπάρχει μια αγελάδα στον αχυρώνα. Δεν μπορώ να κοιμηθώ με μια αγελάδα, το ιερό ζώο της θρησκείας μας, στον ίδιο χώρο. Εϊναι αντίθετο στα πιστεύω της θρησκείας μου.
Ο δικηγόρος, ανυπόμονος να κοιμηθεί, είπε ότι θα κοιμόταν εκείνος στον αχυρώνα, μια και δεν είχε κανένα πρόβλημα να κοιμηθεί με τα ζώα.
Δύο λεπτά αργότερα, η πόρτα της κρεβατοκάμαρας άνοιξε και μπήκαν μέσα το γουρούνι και η αγελάδα……