Πάει ένας νταλικέρης σε έναν οίκο ανοχής.
Μπαίνοντας μέσα τον βλέπει η «κοπέλα», και πιάνει να αλείψει ένα ολόκληρο κουτί βαζελίνη στο «κουτάκι»
της.
Την ρωτάει ο νταλικέρης:
– Καλά, τι κάνεις εκεί;
– Α, λέει αυτή, η μάνα μου ήταν παλιά καραβάνα και μου είπε όταν πηγαίνω με νταλικέρη να βάζω πολύ βαζελίνη, να γλιστράει.
Τότε ο νταλικέρης βγάζει μία αλυσίδα, και τυλίγει το μόριο του.
– Καλά, τι κάνεις εκεί; ρωτάει η κοπέλα.
– Α, λέει αυτός, ο πατέρας μου ήταν παλιός νταλικέρης και μου είπε όταν γλιστράει να βάζω αλυσίδες…