Αποφασίζουν να ανοίξουν ένα κρεοπωλείο δύο πόντιοι ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας.
Ανοίγουν λοιπόν το μαγαζί και περιμένουν την πελατεία.
Λέει ο Γιωρίκας στον Κωστίκα:
-Ρε συ Κωστίκα, Δε θα ήταν καλύτερα να κάνουμε μια προπόνηση για να δούμε πως θα μιλάμε στους πελάτες;
-Δίκιο έχεις ,απαντάει ο Κωστίκας.
-ʼκου τι θα κάνουμε, εσύ θα βγεις έξω και θα ξαναμπείς για να παραγγείλεις σαν να είσαι πελάτης, εντάξει;
-Εντάξει, απαντά ο Κωστίκας και βγαίνει έξω.
Ξαναμπαίνει μετά από δυο λεπτά και λέει:
-Καλημέρα.
-Καλημέρα, πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω;
-Θα ήθελα μια πορτοκαλάδα, απαντά ο Κωστίκας.
-Τι πορτοκαλάδα ρε βλάκα, κρεοπωλείο είμαστε όχι καφενείο. Βγες έξω και ξαναδοκίμασε.
Πράγματι βγαίνει έξω και ξαναμπαίνει.
-Καλημέρα σας.
-Καλημέρα σας, τι θα θέλατε;
-Θα ήθελα μια πορτοκαλάδα.
Ο Γιωρίκας σταλμένος τελείως αρχίζει να τον βρίζει.
-Τι λες, μωρέ πανηλίθιε, βλάκα τόσο κόπανος είσαι; Δεν γίνεται έτσι δουλειά, λοιπόν θα κάνεις εσύ τον καταστηματάρχη και εγώ τον πελάτη.
Βγαίνει έξω ο Γιωρίκας και ξαναμπαίνει μετά από λίγο.
-Καλημέρα σας, θα ήθελα μισό κιλό κιμά.
-Τα μπουκάλια τα έφερες;