Ανεκδοτάρα με κωλόφαρδο: Μιλάμε για τον απόλυτο τυχεράκια ever που εξιστορεί την ιστορία του στον κολλητό του
Άκου να δεις τι έπαθα λέει ο ένας:
«Πηγαίνω προχθές στο σπίτι της αρραβωνιαστικιάς μου και εκεί βρίσκω την αδερφή της μόνη να φοράει μόνο τα εσώρoυχα. Η αδερφή τώρα 10 φορές ομορφότερη από την αρραβωνιαστικιά μου. Ένα σώμα τέλειο… κάτι καμπύλες αεροδυναμικές….
– Θέλω να το κάνουμε τώρα, μου λέει.
– Μα σε λίγες μέρες παντρεύομαι την αδερφή σου! της λέω.
– Όχι σε θέλω τώρα, μου λέει».
«Και τι έκανες μετά;» ρωτάει ο φίλος του.
«Τι να κάνω, έφυγα τρεχάτος για το αυτοκίνητο!»
«Έλα ρε έφυγες τελικά! Μπόρεσες και κρατήθηκες, μπράβο!»
«Κάτσε έχει και συνέχεια…» του λέει ο άλλος.
«Έξω απ’ το αυτοκίνητο με περίμενε ο πεθερός, η πεθερά και η αρραβωνιαστικιά μου και μου λένε: «Μπράβο, σου κάναμε ένα τεστ για να δούμε αν είσαι πιστός. Τελικά πράγματι αξίζεις να μπεις στην οικογένειά μας!».
«Έλα ρε φιλαράκι! Μπράβο, είδες, σε καλό σου βγήκε που κρατήθηκες!»
«Μπα! Σε καλό μου βγήκε που τα προφυλακτικά τα είχα στο αυτοκίνητο.
ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…
Ανεκδοτάρα με κωλόφαρδο: Το σπίτι της αρραβωνιαστικιάς του και η μόνη αδερφή της…
Ανέκδοτο με ξανθιά και ψώνια: Το κορίτσι που είναι λίγο “στόκος”, αποφάσισε να πάει σε κατάστημα για να αγοράσει μια τηλεόραση
Πάει λοιπόν σε ένα μαγαζί και λέει:
– Πόσο κάνει αυτή η τηλεόραση;
Και ο καταστηματάρχης:
– Κυρία μου δεν πουλάμε πράγματα σε ξανθιές
Πάει την επόμενη φορά η ξανθιά με μία κόκκινη περούκα και ξανακάνει την ίδια ερώτηση και ο καταστηματάρχης:
– Κυρία μου δεν πουλάμε σε ξανθιές
Ξαναπάει η ξανθιά με μία μαύρη περούκα ρωτάει την ίδια ερώτηση και ο καταστηματάρχης
– Κυρία μου δεν πουλάμε σε ξανθιές
(Ανέκδοτο: Πωλούνται σύζυγοι (πολύ γέλιο)
Και του λέει η ξανθιά:
– Πώς καταλαβαίνετε ότι είμαι ξανθιά
Και ο καταστηματάρχης:
– Μα κυρία μου αυτό που ζητάτε δεν είναι τηλεόραση αλλά φούρνος μικροκυμάτων
Κορυφαίο ανέκδοτο με νεράιδα: Μια φορά κι ένα καιρό ένας χωρικός σηκώνεται πρωί πρωί να αρμέξει την αγελάδα του
Πάει στο στάβλο και τη βρίσκει νεκρή.
Η στενοχώρια του ήταν μεγάλη. Η την αγελάδα αυτή την είχε χρόνια και ήταν σαν παιδί του. Πάνω στην απελπισία του κρεμάστηκε.
Πάει η γυναίκα του στο στάβλο, βρίσκει την αγελάδα νεκρή και τον άνδρα της κρεμασμένο και πάνω στην απελπισία της κρεμάστηκε και αυτή.
Πάει ο γιος στο στάβλο, βλέπει το θέαμα και αποφασίζει να πάει να πέσει στον ποτάμι να πνιγεί. Λίγο πριν χάσει τις αισθήσεις του ένα χέρι τον βγάζει από το νερό. Ήταν μια γυναίκα πανέμορφη. Ποτέ του δεν είχε ξαναδεί τόσο ωραία γυναίκα.
«Είμαι η νεράιδα του ποταμού. Ξέρω τι σου συνέβη. Αν με ικανοποιήσεις 5 φορές θα αναστήσω τους γονείς σου και την αγελάδα.»
Τη βάζει κάτω ο νεαρός… μια, δυο, τρεις, τέσσερις φορές αλλά στην 5η τα ‘φτύσε.
«Καταραμένε, άντε πνίξου» του λέει και τον πνίγει στο ποτάμι.