σε

Ανεκδοτάρα με μαγκάκο: Μπαίνει ένας μαγκάκος 1.60, 50 κιλά στο μπαρ έτοιμος για μανούρα…

Ανεκδοτάρα με μαγκάκο: Μπαίνει ένας μαγκάκος 1.60, 50 κιλά στο μπαρ έτοιμος για μανούρα…

Ανεκδοτάρα με μαγκάκο: Μπαίνει ένας μαγκάκος 1.60, 50 κιλά στο μπαρ έτοιμος για μανούρα και παραγγέλνει…

Καθώς πίνει το ποτό, βλέπει έναν μπρατσαρά από απέναντι, 2 μέτρα, 120 κιλά να τον κοιτάζει.

Σηκώνεται σαν μάγκας, πηγαίνει στο θερίο και του λεει:

«Τρέχει τίποτα ρε καραγκιόζη;»

Ο μπρατσαράς χαμογελάει και δε λέει τίποτα.

«Τι γελάς ρε ανώμαλε, δεν ακούς που σου μιλάω;» συνεχίζει ο μάγκας

«Φίλε δεν τρέχει τίποτα, δεν κοιτούσα εσένα» του λέει ο μπρατσαράς

«Τα γυρίζεις τώρα ρε αλήτη, αφού σε είδα γ@μω το νινί της μάνας σου….»

Πριν προλάβει να το πει έχει σηκωθεί το θερίο και του έχει ρίξει μια μπουνιά που όπως έπαιρνε σβούρες του σκορπούσαν τα δόντια στο μαγαζί…

Σκυμμένος ο 1.60 μάγκας, ψάχνοντας να βρει τα δόντια του γυρνάει στον μπρατσαρά και του λέει:

«Καλά, έτσι και λείπει κανένα τη γαμ**ες!»

ΠΙΟ ΚΑΤΩ, ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ! ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΑ…

Ανεκδοτάρα με μαγκάκο: Μπαίνει ένας μαγκάκος 1.60, 50 κιλά στο μπαρ έτοιμος για μανούρα…Ανεκδοτάρα με μαγκάκο: Μπαίνει ένας μαγκάκος 1.60, 50 κιλά στο μπαρ έτοιμος για μανούρα…

Ανεκδοτάρα με την κόλαση: Βρέθηκαν μια μέρα στη κόλαση ένας Έλληνας, ένας Αμερικάνος κι ένας Ινδός. Τους συναντάει ο διάβολος και τους λέει

«Σε όσους έρχονται εδώ δίνω μία ευκαιρία να μεταφερθούν στον παράδεισο».

Και βγάζει ένα τεράστιο μαστίγιο… λέγοντας:

«Όποιος θα αντέξει τρία χτυπήματα χωρίς να φωνάξει, θα πάει στον παράδεισο. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για ασπίδα ό,τι θέλετε».

Πρώτος πηγαίνει ο Αμερικανός.

«Τι θα έχεις για ασπίδα»; ρωτάει ο διάβολος.

Ο Αμερικάνος σηκώνει μια τεράστια πέτρα και λέει:

«Θα χρησιμοποιήσω αυτή την πέτρα! Είμαι έτοιμος!».

Σηκώνει ο διάβολος το μαστίγιο, χτυπάει μια και φεύγει η πέτρα. Χτυπάει δεύτερη και ουρλιάζει σαν τρελός ο Αμερικάνος, οπότε χάνει την ευκαιρία να πάει στον παράδεισο.

Στη συνέχεια ήταν σειρά του Ινδού.

«Τι θα έχεις για ασπίδα»; τον ρωτάει ο διάβολος.

«Τίποτα», λέει ο Ινδός. «Κάνω από τότε που γεννήθηκα γιόγκα και δε νιώθω καθόλου πόνο!».

Στο πρώτο χτύπημα ο Ινδός ήταν ατάραχος. Στο δεύτερο έκανε κάποιους μορφασμούς και στο τρίτο χτύπημα λίγο περισσότερους. Αλλά δεν έβγαλε κουβέντα από το στόμα του!

«Να πάρει», λέει ο διάβολος, «πρώτη φορά αντέχει κάποιος τρία χτυπήματα. Λοιπόν, είσαι ελεύθερος να πας στον παράδεισο. Το αξίζεις».

«Όχι», λέει ο Ινδός.« Θέλω να μείνω και να δω. Σε όλα τα ανέκδοτα ο Έλληνας τη βγάζει καθαρή. Θέλω να δω τώρα πώς θα ξεμπερδέψει!».

«Εντάξει, μείνε να βλέπεις», του λέει ο διάβολος.

Έρχεται λοιπόν η σειρά του Έλληνα και τον ρωτάει:

«Εσύ τι θα χρησιμοποιήσεις για ασπίδα;».

Και απαντάει ο Έλληνας:

«Τον Ινδό!».