Άπαιχτο ανέκδοτο: Δύο Πόντιοι κάθονται αραχτοί κάτω από έναν στύλο τον κοιτάζουν με απορία, φυσούν και ξεφυσούν και τον φέρνουν γύρω-γύρω
Ξαφνικά περνάει μία ξανθιά με Ferrari σταμάτα και τους λέει!
Τι έγινε ρε παιδιά τι κοιτάτε έτσι αυτό το στύλο γιατί ξεφυσάτε!
Να της λέει ο ένας, προσπαθούμε να μετρήσουμε το ύψος του στύλου γιατί έχουμε βάλει στοίχημα αλλά δεν έχουμε σκάλα!
Μπορώ να σας βοηθήσω, απαντάει η ξανθιά και ανοίγει το πορτ-μπαγκάζ της Ferrari βγάζοντας από μέσα κάτι ηλεκτρικά κατσαβίδια και άλλα δύο τρία εργαλεία, λύνει το στύλο από τη βάση του, τον ξαπλώνει, παίρνει την μεζούρα τον μετράει και τους λέει: «τρία μέτρα και εξήντα τρία εκατοστά»
Μπαίνει στο αμάξι και φεύγει.
Ο Πόντιος προς στιγμήν κόκαλο, αλλά ξαφνικά αρχίζει τα γέλια.
– Τι τρέχει ρε συ Κωσίκα και έσκασες στο γέλιο; ρωτάει ο Γιωργίκας
– Τι χαζές τελικά αυτές οι ξανθιές, βρε παιδάκι μου, τους ζητάς το ύψος και αυτές σου μετράνε το μήκος!
Άπαιχτο ανέκδοτο: Η ξανθιά, η Ferrari και οι Πόντιοι
Σόκιν ανεκδοτάρα με 85χρονο: Ο παππούς, αποφάσισε να πάει στον γιατρό για να κάνει μια εξέταση για να δει αν το σπέpμα του είναι γόνιμο
– Γιατρέ μου, μπορείς να δεις αν το σπέρμα μου είναι ακόμη γόνιμο;
Κρυφογελώντας ο γιατρός βγάζει ένα μπουκαλάκι από το συρτάρι και το δίνει στον παππούλη.
– Πάρε παππού, ρίξε λίγο σπέρμα και φέρε το για ανάλυση.
Ο γέρος φεύγει και επιστρέφει την επομένη απογοητευμένος. Αφήνει το άδειο μπουκαλάκι στο γραφείο του γιατρού και τον κοιτάζει με απελπισία.
– Τι έγινε; Ρωτάει ο γιατρός προσπαθώντας να συγκρατήσει τα γέλια του.
– Τι να σου πω γιατρέ μου. Προσπάθησα με το δεξί το χέρι, δεν έγινε τίποτα. Προσπάθησα με το αριστερό, τίποτα. Ήρθε η γυναίκα μου, με τα δύο χέρια μάταιος κόπος. Φώναξα τη γειτόνισσα προσπάθησε η δόλια με τα χέρια, με το στόμα αλλά τίποτα. Αυτό το γ@μημέvo το μπουκαλάκι δεν άνοιγε με τίποτα!