Ανέκδοτο στο καφενείο: Ο Γιώργος έπαιζε πρέφα στο καφενείο. Ξαφνικά έρχεται ένα παιδί και του φωνάζει πανικόβλητο
– “Κύριε Γιώργο, πήγαινε γρήγορα στο σπίτι σου. Γεννάει η γυναίκα σου”.
Σηκώνεται αυτός να φύγει, οπότε οι άλλοι του λένε:
– “Κάτσε Γιώργη να τελειώσουμε την πρέφα και μετά θα φύγεις”.
Και αυτός απαντάει:
– “Όχι, θα φύγω. Φτάνει που δεν ήμουνα εκεί όταν γκαστρώθηκε, να μην είμαι και όταν γεννήσει;”
Ανέκδοτο στο καφενείο: ‘Ελα Γιώργη να τελειώσουμε
Ανέκδοτο με φιλαράκια: Τρεις εγκάρδιοι φίλοι, θέλοντας να γιορτάσουν τον 10ο χρόνο της φιλίας τους, αποφασίζουν να βγουν έξω για να το βρέξουν
Αφού λοιπόν έχουν κατεβάσει τη μισή κάβα στο κλασσικό μπαράκι/στέκι των παιδικών τους χρόνων, αποφασίζουν να λήξουν τη βραδιά με βασιλικές ηδυπάθειες. Ο ένας όμως από τους τρεις, έχασε κάπου το μέτρημα στα ποτά, και είχε γίνει σκνίπα.
Κατεβαίνουν λοιπόν Αθήνα, σε έναν από τους διανυκτερεύοντες οίκους ανοχής, και πιάνουν την διαχειρίστρια (γνωστή και ως Τσατσά στα λαϊκά στρώματα).
– Κοίτα να δεις, εγώ και τα φιλαράκια μου σήμερα γιορτάζουμε.. θέλω λοιπόν να μας δώσεις λοιπόν κάτι σπέσιαλ.
– Τι να σας πώ παιδιά, λέει η Τσατσά, τέτοια ώρα που ήρθατε δεν έχω και μεγάλη ποικιλία… έχω μόνο δύο κοπέλες διαθέσιμες και εκτός αυτού, το παλικάρι από εκεί είναι τύφλα στο μεθύσι…
– Ααα, σε παρακαλώ… παρεμβαίνει ο δεύτερος ημιξεμέθυστος φίλος… το παλικάρι είναι καλός φίλος και θέλω να το βολέψεις και αυτό…
– Ρε παιδιά… τι να κάνουμε… μόνο αυτή την πλαστική κούκλα έχω… μέσα στο μεθύσι του δεν πρόκειται να καταλάβει και τίποτα…
– Κομμάτια να γίνει, λέει πάλι ο πρώτος… δώστου την κούκλα…
Πράγματι, οι 3 φίλοι μπαίνουν στα ιδιαίτερα δωμάτια της επιχείρησης και βγάζουν τα μάτια τους μέχρι πρωίας. Το επόμενο μεσημέρι, αφού συνήλθαν από τις κρεπάλες, μαζεύονται στο σπίτι του πρώτου φίλου για καφέ.
Πάνω στην κουβέντα, αρχίζουν να συζητάνε για τα “κομμάτια” που πετύχανε το προηγούμενο βράδυ:
– Καλά παιδιά, μιλάμε εγώ πέτυχα μια γαλλιδούλα άλλο πράγμα…
– Και που το κατάλαβες ρε συ ότι ήταν Γαλλίδα;
– Ε να, όταν την είχα στα τέσσερα και τις πέταγα τα μάτια έξω, μου φώναζε oui, oui, και τέτοια…
– Καλή ξήγα, λέει ο δεύτερος, εγώ πέτυχα μια Ισπανιδούλα φωτιά και λαύρα…
– Και εσύ που το κατάλαβες ρε ότι ήταν Ισπανίδα;
– Ε, εκτός από το ότι είχε κάτι βυζ@ρες σαν καρπούζια, πάνω στα Ισπανικά μου φώναζε Ολέ Ολέ…
– Δεν ξέρω τι λέτε εσείς, πετάγεται ο τρίτος, αλλά εμένα η κοπελιά ήταν μάγισσα…
– Μάγισσα; Τι λες ρε μεγάλε; Και που το κατάλαβες ότι είναι μάγισσα…;
– Ε να, με το που της δάγκωσα το κ@λαράκι, κάνει μία ΦΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣ.. και φεύγει από το παράθυρο!