σε

Ανέκδοτο με τον Σάκη: “Μωρό μου κάνε με να νιώσω γυναίκα”

Ανέκδοτο με τον Σάκη: “Μωρό μου κάνε με να νιώσω γυναίκα”

Ανέκδοτο με τον Σάκη: Μπαίνει ο Σάκης, ο γκαραζέρης, στο ασανσέρ ενός δημόσιου κτιρίου και πατάει το κουμπί για τον τελευταίο όροφο

Στον τρίτο, το ασανσέρ σταματάει, η πόρτα ανοίγει και μπαίνει μια θεσπέσια νεαρή γυναίκα.

Καθώς ο θάλαμος ανεβαίνει, η γυναίκα αρχίζει να χαϊδεύει το σώμα της και να κοιτάζει τον Σάκη με νόημα. Αυτός αρχίζει να αισθάνεται άβολα.

Η νεαρή ξεκουμπώνει το πουκάμισό της, το βγάζει και το πετάει στο δάπεδο. Βγάζει το σουτιέν της και το πετάει κι αυτό. Ο Σάκης αρχίζει να ιδρώνει.

Η γυναίκα τα βγάζει τελείως, ακουμπάει στον τοίχο και του λέει γεμάτη πάθος:

– Μωρό μου κάνε με να νιώσω γυναίκα!

Ο Σάκης, τότε, ξεκουμπώνει το πουκάμισό του, το βγάζει, το πετάει στο δάπεδο και της λέει με ύφος που δεν σηκώνει αντίρρηση:

– Πάρτο και σιδέρωσε το μωρή!

Ανέκδοτο με τον Σάκη: “Μωρό μου κάνε με να νιώσω γυναίκα

Κορυφαίο ανέκδοτο με νταλίκα: Σε μια μεγάλη ευθεία της εθνικής οδού, ένα σπουργιτάκι χτυπάει με δύναμη στο παρμπρίζ μιας νταλίκας που τρέχει

(Ανέκδοτο: Πεταχτούλα πάει στον παπά να εξομολογηθεί…)

Πέφτει αναίσθητο στην άσφαλτο και ο νταλικέρης, γεμάτος τύψεις, βγαίνει να δει αν είναι ζωντανό. Το παίρνει στο χέρι του και διαπιστώνει ότι η καρδιά του χτυπάει αμυδρά.

Το πηγαίνει γρήγορα στο σπίτι του να το φροντίσει και, ενώ είναι αναίσθητο ακόμα, το βάζει σε ένα κλουβί με τροφή και νερό.

Το πρωί, το σπουργιτάκι ξυπνάει και, βλέποντας γύρω του κάγκελα, φωνάζει:

– «Όχι, Θεέ μου! Τον σκότωσα τον άνθρωπο!»