Ανέκδοτο με Μητσάρα: Ο Μήτσος ετοιμάζεται για επαγγελματικό ταξίδι και αποφασίζει να εμπιστευτεί τον αγαπημένο του γάτο στον κολλητό του φίλο, τον Γιώργο
“Να μου τον προσέχεις, ακούς; Τον αγαπάω σχεδόν όσο και τη μάνα μου. Από μωρό τον έχω”, λέει στον Γιώργο λίγο πριν φύγει και αυτός τον καθησυχάζει: “Μην ανησυχείς. Θα τον προσέχω σαν τα μάτια μου”.
Μετά από δύο μέρες, ενώ ήδη ο Μήτσος έχει φτάσει στον προορισμό του, χτυπάει το τηλέφωνο:
“Ελα, Μήτσο. Ο Γιώργος είμαι. Ο γάτος ψόφησε”.
Τον Μήτσο τον λούζει κρύος ιδρώτας κι αφού από καθαρή τύχη γλιτώνει το εγκεφαλικό, αρχίσει να ψελλίζει:
“Πώς τα λες έτσι αυτά τα πράγματα, ρε Γιώργο; Δεν σου είπα ότι τον αγαπάω πολύ; Γιατί μου λες έτσι ξερά ότι ψόφησε; Δεν μπορούσες να μου το πεις με τρόπο; Εγκεφαλικό κόντεψα να πάθω…”
“Και πώς να στο έλεγα, ρε Μήτσο; Αφού ψόφησε”, απαντά ο Γιώργος.
Ο Μήτσος, για να του μάθει τον τρόπο που λέγονται τα δυσάρεστα του λέει:
“Ακου ένα παράδειγμα γι’ αυτήν την περίπτωση. Έπρεπε πρώτα να με πάρεις τηλέφωνο και να μου πεις ‘Μήτσο, ο γάτος σου είναι στα κεραμίδια’, για να με βάλεις σε ιδέα. Μετά από καμιά ώρα να με πάρεις και να μου πεις “Ο γάτος σου δεν κατεβαίνει και υπάρχει κίνδυνος να πέσει’. Μετά να με πάρεις και να μου πεις ‘ο γάτος σου έπεσε από τα κεραμίδια και χτύπησε σοβαρά’. Αργότερα να μου πεις ‘Ο κτηνίατρος έχει βάλει τον γάτο σου στο χειρουργείο και πως η κατάστασή του είναι σοβαρή’. Και μετά να με ξαναπάρεις και να μου πεις ‘Ο γιατρός βγήκε και μας είπε πως, δυστυχώς, ο γάτος κατέληξε’. Κατάλαβες πώς έπρεπε να μου το πεις;”
Ο Γιώργος είπε πως κατάλαβε και δυο μέρες αργότερα, ξαναπαίρνει τηλέφωνο τον Μήτσο:
“Ελα, Μήτσο, ο Γιώργος είμαι. Η μάνα σου είναι στα κεραμίδια. Κατάλαβες ή θα χαλάσουμε μια περιουσία στα τηλέφωνα;”
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΕΔΩ
Ανέκδοτο με Μητσάρα: Το επαγγελματικό ταξίδι και ο γάτος
Ανέκδοτο με άντρα: Ένας άντρας έκανε τη συνηθισμένη του βόλτα περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας λέγοντας την προσευχή του
Ξαφνικά λέει δυνατά:
– Θεέ μου σε παρακαλώ, άσε με να σου κάνω μια ευχή! Και τότε μονομιάς, οι ουρανοί σκοτεινιάζουν, σύννεφα απλώνονται από πάνω του και η φωνή του Θεού από το υπερπέραν ακούγεται να λέει:
– Επειδή ανέκαθεν προσπαθούσες και ήσουν πιστός σε Εμένα με κάθε τρόπο, θα σου δώσω την ευκαιρία να κάνεις την ευχή σου.
Κι ο τύπος λέει:
– Θέλω να φτιάξεις μια γέφυρα μέχρι την Αντίπαρο, έτσι ώστε να πηγαίνω με το αμάξι μου όποια ώρα θελήσω.
Ο Κύριος του απαντάει:
– Το αίτημα σου είναι καθαρά τεχνοκρατικό. Φαντάσου τις δαπάνες ενός τέτοιου εγχειρήματος. Τα χιλιάδες στηρίγματα που θα χρειάζονταν και θα έφταναν τα βάθη του Αιγαίου! Το τσιμέντο και το ατσάλι που θα χρειαζόταν! Μπορώ να το κάνω αλλά μου είναι δύσκολο να εκπληρώσω την επιθυμία σου για ένα ζήτημα τόσο πεζό. Μπορείς να σκεφτείς κάτι άλλο; Μια ευχή που θα με τιμούσε και θα με δόξαζε.
Ο άντρας σκεφτόταν για πολύ, πολύ ώρα. Τελικά λέει:
– Θεέ μου, εύχομαι να μπορούσα να καταλάβω τις γυναίκες. Θέλω να ξέρω πώς νοιώθουν μέσα τους, τι έχουν στο μυαλό τους όταν δε μιλούν, γιατί κλαίνε, τι εννοούν όταν λένε «όχι» και πώς μπορώ να κάνω μια γυναίκα αληθινά ευτυχισμένη.
Μετά από λίγα λεπτά σκέψης ο θεός του λέει:
– Θέλεις δύο λωρίδες, τρεις ή τέσσερις σε εκείνη τη γέφυρα;