—
Ο Μιχαλάκης έπιασε δουλειά σαν καμαρότος στα τραίνα. Την πρώτη μέρα τον πήρε μαζί του ένας έμπειρος συνάδελφός του, να του μάθει τα κόλπα.
– Είναι πολύ απλό, του λέει. Θα χρησιμοποιείς διπλωματία.
– Τι είναι η διπλωματία; ρωτάει ο Μιχαλάκης.
– Καλά, θα σου δείξω, λέει ο άλλος και παίρνει ένα δίσκο με δυο κανάτες, τη μια με τσάι και την άλλη με καφέ και προχωράει στο διάδρομο.
Ανοίγει μια πόρτα με το πασπαρτού και μέσα στο κουπέ βλέπει μια πολύ όμορφη γυναίκα,
τελείως γυμνή. Χωρίς να τα χάσει καθόλου, ρωτάει:
– Καφέ ή τσάι, κύριε;
Η γυναίκα παίρνει ένα τσάι, ο καμαρότος κλείνει την πόρτα και φεύγουν.
– Πω πω μια γυναικάρα! αναφωνεί ο Μιχαλάκης. Την είδες; Και ήταν τελείως γυμνή. Κι εσύ την είπες «κύριο»…
– Αυτό είναι διπλωματία, λέει ο άλλος. Δεν ήθελα να τη φέρω σε αμηχανία.
Μετά από λίγο, ο Μιχαλάκης αποφάσισε να εφαρμόσει όσα έμαθε και ανοίγει μια πόρτα, κρατώντας το δίσκο του. Μέσα στο κουπέ βλέπει ένα ζευγάρι να κάνουν έρωτα.
– Καφέ ή τσάι, κύριε; ρωτάει ο Μιχαλάκης.
– Καφέ λέει ο άντρας.
– Και για τον… αδελφό σας;