—
Δύο φίλοι Ιρλανδοί σε μία βάρκα και ψαρεύανε κάπου στον Ατλαντικό.
– Κάπου επειδή δεν τσίμπαγε, κάπου από το πολύ ποτό, τους παίρνει ο ύπνος.
Μετά από κανένα 10άωρο ξυπνάνε, και καταλαβαίνουν ότι τους έχει παρασύρει ένα δυνατό ρεύμα και έχουν χαθεί.
– Αρχίζουν να περιπλανιούνται με τα κουπιά μία μέρα, δύο μέρες, τρεις μέρες, τίποτα. Τους τελείωσαν τα φαγητά, το νερό, το κυριότερο η μπύρα.
– Εκεί λοιπόν που κλαίγανε τη μοίρα τους, βλέπουν ένα λυχνάρι να επιπλέει.
– Το παίρνουν, το τρίβουν, και τσούφφφφ πετάγεται ένα τζίνι από μέσα…
– Λοιπόν, κοιτάξτε κύριοι-λέει το τζίνι-επειδή έχω βαρεθεί αυτές τις ιστορίες με τις 3 ευχές και τα ρέστα, θα σας εκπληρώσω μία ευχή. Κανονίστε να είναι καλή!
Πετάγεται ο ένας από τους δύο.
– Θέλουμε να έχουμε όση μπύρα θέλουμε για την υπόλοιπη ζωή μας!
– Κάνει το τζίνι έτσι, και αμέσως όλος ο ωκεανός γίνεται μπύρα!
Πετάγεται ο άλλος, βαράει μία σφαλιάρα σε αυτόν που είπε την ευχή…
– Ρε ηλίθιε! Τώρα θα πρέπει να κατουράς μέσα στη βάρκα!