—
Πάει ένας εικοσάρης για ψάρεμα δίπλα σε έναν παππού ογδοντάρη. Μετά από δύο ώρες το καλάθι του παππού τίγκα στο ψάρι ενώ στου εικοσάρη ούτε λέπι!
-Παππού, τον ρωτάει, τι δόλωμα βάζεις;
-Γαρίδα, παιδί μου, απαντάει ο παππούς. Την άλλη μέρα, να σου πάλι ο εικοσάρης φορτωμένος με γαρίδες, αλλά πάλι ούτε λέπι, ενώ ο παππούς τίγκα στο ψάρι!
– Παππού τι δόλωμα βάζεις; ξαναρωτά ο εικοσάρης.
– Μαρίδα, παιδί μου, απαντά ο παππούς.
– Και πως ξέρεις ποια μέρα τα ψάρια θα τσιμπήσουν με γαρίδα και ποια μέρα με μαρίδα;
– Α, είναι πολύ απλό! Όταν σηκώνομαι το πρωί και η τσουτσού μου γέρνει δεξιά, βάζω γαρίδα, άμα γέρνει αριστερά. βάζω μαρίδα, εσένα άμα ξυπνάς το πρωί, πως είναι η τσουτσού σου;
– Εμένα είναι όρθια απαντάει ο εικοσάρης
Κι ο παππούς:
– Κι έρχεσαι για ψάρεμα;