—
Ένας φαρμακοποιός προσλαμβάνει έναν ασκούμενο. Το βράδυ που έχουν εφημερία του δίνει οδηγίες:- Κοίταξε, τα φάρμακα τα ξέρεις, θα δίνεις ό,τι σου ζητάνε.
Εγώ θα κοιμηθώ και δεν θα με ξυπνήσεις παρά μόνο σε πολύ επείγουσες περιπτώσεις.
Στις 3 το πρωί, αρχίζει ο βοηθός και ουρλιάζει:
– Αφεντικόοοοοοο!!!
– Τι είναι μωρέ;
– Ήρθε ένας και είχε το στομάχι του και του έδωσα simeco, καλά έκανα;
– Ναι μωρέ και για αυτό με ξύπνησες; Δεν σου είπα μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις; Μη με ξαναξυπνήσεις άδικα γιατί θα σε απολύσω!
Στις 4 το πρωί, ξανά:
– Αφεντικόοοοοοο!
– Τι είναι μωρέ πάλι;
– Ήρθε ένας και είχε πονοκέφαλο και του έδωσα ασπιρίνη, καλά έκανα;
– Ρε, θα σε πλακώσω! Δεν σου είπα να μη με ξυπνάς για βλακείες;
Στις 5 το πρωί, άντε πάλι:
– Αφεντικόοοοοοο!!!!
– Ε, ρε την έχεις βάψει! Αν και τώρα με ξύπνησες για βλακεία, θα σε απολύσω!! Λέγε τι έγινε!
– Ήρθε μια γκομενάρα, με μία γούνα και δεν φορούσε τίποτε από μέσα, την ανοίγει και μου λέει:
“Αγόρι μου, από την ηδονή δεν σε βλέπω.” Και της έδωσα κολλύριο. Καλά έκανα;