—
Αγρότης παντρεύεται και σκάει μετά από λίγες μέρες η πεθερά να επιθεωρήσει την περιουσία που του έδωσε προίκα!
Κοιτάζει το σπίτι, τις κότες, το κοτέτσι τα πρόβατα την αγελάδα τις ελιές τα χωράφια το αυτοκίνητο μετράει και τις λίρες και τον ρωτάει πού είναι η φοράδα που του έδωσε.
Την πάει ο αγρότης στη φοράδα και την ώρα που την επιθεωρούσε της τραβάει μία κλωτσιά και την αφήνει στον τόπο
Την επόμενη μέρα στην κηδεία, ο παπάς παρακολουθούσε το αγρότη να στέκεται συντριμένος και να δέχεται τα συλλυπητήρια των συγχωριανών του. Αυτό που τον παραξένεψε ήταν ότι όταν τον πλησίαζε μια γυναίκα για να τον συλλυπηθεί, εκείνος έγνεφε «ναι» με το κεφάλι του, ενώ όταν τον πλησίαζε κάποιος άντρας έγνεφε «όχι». Στο τέλος ο παπάς δεν άντεξε και το ρώτησε:
– Γιατί στις γυναίκες έλεγες ναι και στους άντρες όχι;
– Να σε πω, παπά μου. Οι γυναίκες με έλεγαν «ποπό! τι τραγωδία κι αυτή», κι εγώ τους έλεγα ναι…
– Κι οι άντρες;
– Με ρώταγαν «το πουλάς το μουλάρι;» κι εγώ έλεγα όχι…
– Γιατί δεν το πουλάς κι εσύ;
– Γιατί το έχω νοικιασμένο για όλο τον επόμενο χρόνο…