—
Μια μέρα 3 η ώρα το μεσημέρι μπαίνει ένας τύπος σε ένα εστιατόριο κάθεται στο τραπέζι και το γκαρσόν του πάει τα σερβίτσια και αρχίζει να του λέει του μενού.
– Σήμερα κύριε έχουμε πολύ καλό κοτόπουλο και ψητό αρνάκι.
– Ο πελάτης παίρνει το κουτάλι το βάζει κοντά στη μύτη του και του λέει.
– Εμένα θα μου φέρεις στιφάδο.
– Το γκαρσόν φεύγει για την παραγγελία και λέει από μέσα του:
– Βρε τον άτιμο πού ήξερε ότι σήμερα ο λαγός είναι φρέσκος;
– Δεν πειράζει θα τον φτιάξω αύριο αν έρθει.”
Την επόμενη μέρα την ίδια πάντα ώρα 3 πάει ο πελάτης πάλι…
να φάει. Πάει το γκαρσόν τα σερβίτσια και αρχίζει να του λέει το μενού.
– Πάλι ο πελάτης βάζει το κουτάλι κοντά στη μύτη του και του λέει:
– Σήμερα θα μου φέρεις κοτόπουλο γιατί είναι φρέσκο εντάξει;
Το γκαρσόν τρελάθηκε και λέει από μέσα του “αύριο που θα έρθεις θα σε φτιάξω πιο καλά”.
– Την άλλη μέρα 3 η ώρα πάλι ο ίδιος πελάτης πήγαινε στο εστιατόριο και μόλις τον βλέπει από μακριά το γκαρσόνι παίρνει το κουτάλι πριν του πάει τα σερβίτσια και λέει στην Μαρία που δούλευε στην κουζίνα:
– Άνοιξε τα πόδια σου Μαρία και βάλε το κουτάλι εκεί που ξέρεις.
– Η Μαρία βάζει το κουτάλι κανονικά και το δίνει στο γκαρσόνι και αυτός το πάει στο πελάτη.
– Δεν του λέει το μενού και περιμένει να του μιλήσει. Ο πελάτης παίρνει το κουτάλι το μυρίζει το ξαναμυρίζει και γυρνά στο γκαρσόνι και τον ρωτά;
– Συγγνώμη η Μαρία από το Αιγάλεω εδώ δουλεύει;